ΕΤΗΣΙΑ ΑΔΕΙΑ

Σύμφωνα με το άρθρο 7 της κλαδικής σύμβασης Ο.Τ.Ο.Ε – Τραπεζών 2004 - 2005, οι συνάδελφοι κατά τον πρώτο χρόνο απασχόλησής τους δικαιούνται άδεια με αποδοχές είκοσι (20) εργασίμων ημερών. Στη συνέχεια, λαμβάνοντας υπ΄όψιν και την προϋπηρεσία που παρασχέθηκε σε οποιονδήποτε εργοδότη, η κανονική ετήσια άδεια διαμορφώνεται ως εξής:

α) με τη συμπλήρωση δύο ετών 21 εργάσιμες ημέρες
β) με τη συμπλήρωση τριών ετών 22 εργάσιμες ημέρες
γ) με τη συμπλήρωση πέντε ετών 23 εργάσιμες ημέρες
δ) με τη συμπλήρωση δέκα ετών 25 εργάσιμες ημέρες

Όταν οι ανάγκες της Τράπεζας οδηγούν τον εργαζόμενο σε χρήση μέρους ή του
συνόλου της κανονικής αδείας του στο διάστημα από 1/1 έως και 30/4 και από 1/10 έως και 31/12 εκάστου έτους (συμπεριλαμβάνονται οι περίοδοι των αργιών), για κάθε πέντε (5) ημέρες κανονικής αδείας που χορηγείται είτε συνεχόμενα είτε
τμηματικά, στα διαστήματα αυτά, χορηγείται μία (1) επιπλέον ημέρα αδείας (άρθρο 17, Σ.Σ.Ε Ο.Τ.Ο.Ε - Τραπεζών1989).

Σύμφωνα με την εγκύκλιο 3392/1.3.2005 του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, αναφορικά με το νόμο 3302/2004, προβλέπεται ότι όλοι οι εργαζόμενοι, οι οποίοι συνδέονται με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη τής απασχόλησής τους. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικώς (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτό. Η αναλογία της χορηγούμενης αδείας υπολογίζεται βάσει ετήσιας αδείας 20 εργασίμων ημερών επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας. Η αναλογία της αδείας θα πρέπει να χορηγείται από τον εργοδότη έως την 31η Δεκεμβρίου του ημερολογιακού έτους πρόσληψης, ακόμη και αν δεν έχει ζητηθεί από τους εργαζόμενους.

Σε περίπτωση μη χορήγησης από τον εργοδότη, λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση,
πταίσμα, αμέλεια), της αδείας που δικαιούται ο εργαζόμενος εντός του
ημερολογιακού έτους, υποχρεούται να καταβάλει σ΄ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας με προσαύξηση 100%.

Καταργείται επίσης ο βασικός χρόνος εργασίας - αναμονής (12 μήνες σύμφωνα με τον ΑΝ 539/45 ή 10 μήνες κατά την ΕΓΣΣΕ του έτους 2002), τον οποίο έπρεπε να συμπληρώσει ο μισθωτός στον ίδιο εργοδότη για τη θεμελίωση δικαιώματος λήψης αδείας. Σε περίπτωση που ο εργαζόμενος ασθενήσει κατά τη διάρκεια της αδείας του, οι ημέρες ασθενείας δεν υπολογίζονται και ο εργαζόμενος δικαιούται να παρατείνει την άδειά του για όσο χρόνο διήρκεσε η ασθένεια (άρθρο 2, παρ. 3 Α.Ν. 539/1945). Με βάση τέλος το άρθρο 21 της Σ.Σ.Ε Ο.Τ.Ο.Ε – Τραπεζών (1984) οι τράπεζες αναλαμβάνουν την υποχρέωση να καταβάλλουν κανονικά στους ασθενούντες υπαλλήλους, το σύνολο των αποδοχών τους για τις ημέρες ασθενείας και για περίοδο ίση με την περίοδο που καλύπτουν οι φορείς υγείας. Θα συμψηφίζονται τα ποσά που χορηγούνται από τους φορείς υγείας και τα ασφαλιστικά προγράμματα των τραπεζών.